Skip to content

 

  • Πόσο εύκολο είναι να προδιαγράψει κανείς τις συνέπειες της παγκόσμιας κρίσης για την ελληνική οικονομία την χρονιά που μας έρχεται; Και πόσο επώδυνες πιστεύετε ότι θα είναι αυτές για τα νοικοκυριά, μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τον τουρισμό;

Η αναφορά στην παγκόσμια κρίση χρησιμοποιείται από πολλούς και κυρίως από την κυβέρνηση ως άλλοθι απραξίας. «Τι θέλετε να κάνουμε, είμαστε πολύ μικροί για να επηρεάσουμε τι διεθνή κατάσταση!» είναι η βολική δικαιολογία για να μην κάνουμε τίποτε. Και όμως σκεφτείτε πόσο διαφορετική θα ήταν η κατάσταση αν αντί για 260 δις ευρώ χρωστούσαμε 130, ή αν αντί για 15% έλλειμμα ισοζυγίου πληρωμών είχαμε μόνο 3%. 

Οι συνέπειες της κρίσης θα είναι οδυνηρές για όλους επειδή σπαταλήθηκαν και έμειναν ανεκμετάλλευτα τα τελευταία δέκα χρόνια εκπληκτικά ευνοϊκής συγκυρίας. Αν στα καλά χρόνια είχαμε προνοήσει, τώρα θα είχαμε τα περιθώρια να λασκάρουμε για να βοηθήσουμε τους πιο αδύναμους ν’ αντιμετωπίσουν την κρίση. Το συμπέρασμα για το μέλλον είναι μονοσήμαντο: Πρέπει να είμαστε εξαιρετικά δύσπιστοι απέναντι στους πολιτικούς που, για να μας καλοπιάσουν, μεταθέτουν στο μέλλον κάθε επώδυνη απόφαση. Η χαρακτηριστικότερη περίπτωση είναι το ασφαλιστικό. Από μόνο του είναι ικανό να τινάξει στον αέρα τα οικονομικά του κράτους. Το ΠΑΣΟΚ επί Σημίτη δοκίμασε δύο φορές κάτι να κάνει (Σπράος, Γιαννίτσης) και εγκατέλειψε. Στη συνέχεια περιορίστηκε σε ένα πασάλειμμα (Ρέππας) που επανέλαβε η ΝΔ (Πετραλιά). 

  • Υπάρχει μαγική συνταγή για να περιορίσουμε τις συνέπειες της κρίσης; Τι πρέπει να σηματοδοτεί μία αλλαγή πλεύσης στην οικονομική πολιτική;

Μαγική συνταγή δεν υπάρχει και αν υπάρχει, δεν τη γνωρίζω. Μάγος δεν είμαι. Η οικονομία και η χώρα προοδεύει όταν γνωρίζει πώς να φτιάχνει προϊόντα και να προσφέρει υπηρεσίες σε διεθνώς ελκυστική τιμή και ποιότητα. Στα τελευταία χρόνια αποδείξαμε ότι μόνο στη ναυτιλία έχομε τη σωστή συνταγή. Ελπίζω να μην αφήσομε τις ασιατικές χώρες να βρουν καλύτερη. Το χαρακτηριστικό μιας νέας οικονομικής πολιτικής πρέπει να είναι η προσεκτική στόχευση σε εκείνους τους τομείς όπου έχομε τις προϋποθέσεις διεθνούς αριστείας. Έχω επανειλημμένως μιλήσει και γράψει για τους τρεις πυλώνες  στους οποίους πρέπει να στηριχτεί η ανάπτυξη και η ευημερία της Ελλάδας: Περιβάλλον, Πολιτισμός, Παιδεία. Τα τρία Π.

Είναι επίσης αυτονόητο –σε μένα τουλάχιστον- ότι σε περίοδο προβληματικής χρηματοδότησης καλό είναι να περιορίσει κανείς όλες τις σπατάλες και τις περιττές δαπάνες, τις πολυτέλειες. Παραδόξως αυτό που σε μένα φαίνεται αυτονόητο δεν είναι αυτονόητο για την κυβέρνηση.

  • Ο μεγαλύτερος βραχνάς ήταν και παραμένει το δημόσιο χρέος γεγονός που επηρεάζει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας μας. Πόσο εύκολο είναι για ένα δυσκίνητο κράτος αλόγιστης γραφειοκρατίας να βάλει φρένο στη διόγκωσή του και τι προϋποθέτει κάτι τέτοιο;

Για να περιοριστεί το δημόσιο χρέος πρέπει να γίνει αυτό που μόλις σας είπα: να κοπούν όλες οι περιττές δαπάνες. Πως θα κοπούν όμως; Με τη τοποθέτηση στο Υπουργείο Οικονομικών παντοδύναμου εξωκοινοβουλευτικού υπουργού που δεν θα κάνει χατίρια σε κανένα άλλο υπουργό και δεν θα υποκύπτει στις πιέσεις και τους εκβιασμούς των βολεμένων και δαπανηρών συντεχνιών.

  • Στην βαθιά οικονομική κρίση ήρθαν να προστεθούν οι πρόσφατες καταστροφές και βανδαλισμοί στο κέντρο της Αθήνας. Πώς αποτιμάτε τον αντίκτυπο που είχαν στην ελληνική οικονομία και τι συμπεράσματα βγάλατε εσείς από τη στάση του κράτους απέναντι σε τέτοια φαινόμενα;

Το κράτος απέδειξε ότι δεν υπάρχει. Όπως δεν υπήρχε όταν έπρεπε να σβήσει τις φωτιές που κατέκαψαν την  Ελλάδα το 2007. Το 2007 με τις φωτιές και πρόσφατα με τους βανδαλισμούς αντί για κυβέρνηση που προλαμβάνει, που προετοιμάζεται για κάθε ενδεχόμενο, που δρα αποτελεσματικά και έγκαιρα, είχαμε ασφαλιστική εταιρεία που υπόσχεται (θα τηρήσει τις υποσχέσεις;) να αποζημιώσει όσους επλήγησαν. 

Όσοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συναλλάσσονται με την Ελλάδα (κυρίως οι διεθνείς τράπεζες) έβγαλαν προφανώς το συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση της Ελλάδας δεν είναι ιδιαίτερα αξιόπιστη. Το αποτέλεσμα είναι η αλματώδης αύξηση του κόστους χρηματοδότησης της Ελλάδας. Τη στιγμή που γράφεται αυτό το σημείωμα είναι 2,35% περισσότερο από το κόστος που καταβάλλει η Γερμανία. Όταν μπήκαμε στο ευρώ η διαφορά ήταν μόλις 0,20%. Με άλλα λόγια αν η Γερμανία δανείζεται σήμερα με 3,0%, εμείς δανειζόμαστε με ένα συγκριτικά εξοντωτικό 5,32%.  

  • Οι στόχοι που θέτει ο νέος προϋπολογισμός για το 2009 ανταποκρίνονται στη νέα οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα ή πρέπει να θεωρείται βέβαιη νέα αναθεώρησή τους;

Είμαι βέβαιος ότι ο προϋπολογισμός θα αναθεωρηθεί.

  • Για ποιο λόγο όλες οι κυβερνήσεις διαχρονικά έχουν αποτύχει να αντιμετωπίσουν με δραστικό τρόπο το πρόβλημα της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα; 

Προτιμώ να μην επιχειρήσω να απαντήσω στο ερώτημα σας επειδή νομίζω ότι είναι σημαντικότερο να απαντήσω στο ερώτημα γιατί οι κυβερνήσεις έχουν αποτύχει να αντιμετωπίσουν δραστικά το πρόβλημα των αναποτελεσματικών  δαπανών, στης σπατάλης και της κλεψιάς. Π.χ. κανείς δεν γνωρίζει τι ακριβώς συμβαίνει στα δημόσια νοσοκομεία. Πόσο πράγματι κοστίζει η νοσηλεία κάθε ασθενούς, κάθε ιατρικής πράξης. Πόσο κοστίζουν τα αναλώσιμα σε σύγκριση με την  αντίστοιχη δαπάνη σε ιδιωτικά νοσοκομεία. Πόσο προσωπικό εργάζεται και τι πράγματι κάνει. Πόσο κοστίζουν τα φάρμακα. Πόσο αξιοποιούνται τα πανάκριβα ιατρικά μηχανήματα.

Γιατί δεν γνωρίζουμε; Επειδή –κατά τη γνώμη μου- δεν θέλομε να γνωρίζουμε.

Κάθε φορολογούμενος έχει τα δικά του παραδείγματα, τις δικές του εμπειρίες, για το πως σπαταλιέται το δημόσιο χρήμα. Το δημόσιο χρήμα που δεν είναι άλλο από τους φόρους που κατέβαλλε.

Φαντάζομαι λοιπόν ότι αρκετοί, εκτός από τους καθ’ έξη φοροφυγάδες, θα σκέπτονται ότι η μη απόδοση ενός μέρους των οφειλομένων φόρων θα συμβάλλει στον περιορισμό  της σπατάλης. 

Διότι θα σκέπτονται ότι: «Όσα λεφτά δώσεις στον άσωτο, θα τα φάει.» 

  • Η ευελιξία στην αγορά εργασίας ξορκίζεται από όλες τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας μας; Μετά και την απόρριψη της πρότασης για υπέρβαση του 48ωρου, θεωρείτε ότι θα βοηθούσε ένα πιο ευέλικτο πλαίσιο δράσης των εργασιακών σχέσεων στη χώρας μας για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας στην ελληνική οικονομία;

Υπάρχουν δύο αγορές εργασίας στην Ελλάδα: Η αγορά εργασίας του ιδιωτικού τομέα και η αγορά εργασίας του δημόσιου τομέα. Στη τελευταία περιλαμβάνονται οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι ιατροί του ΕΣΥ, οι πανεπιστημιακοί, οι δάσκαλοι, τα σώματα ασφαλείας, οι εργαζόμενοι στη ΔΕΗ, στην  Ολυμπιακή, στα μέσα μαζικής μεταφοράς, κλπ. Κατά τη γνώμη μου δεν πρέπει να γίνει – για την ώρα τουλάχιστον – καμιά αλλαγή στην  αγορά εργασίας του ιδιωτικού τομέα. Αντιθέτως, στην αγορά εργασίας του δημόσιου τομέα πρέπει να γίνουν πολλές αλλαγές, τόσες όσες απαιτούνται για να εξομοιωθεί με τη  αγορά εργασίας του ιδιωτικού τομέα.

Η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας χαντακώνεται από το δυσβάστακτο κόστος της «λειτουργίας» (λειτουργίας κατ’ ευφημισμό) του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

 

Δημοσιεύτηκε στην Free Press  22.12.2008

Back To Top