Skip to content

Κάθε χρόνο, ή κάθε δύο χρόνια, τέτοια εποχή παίζεται η ίδια θεατρική παράσταση. Η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ) καλεί τρεις εργοδοτικές οργανώσεις, τον ΣΕΒ, τη ΓΣΕΒΕΕ και την ΕΣΕΕ, σε διαπραγματεύσεις με σκοπό την υπογραφή νέας Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και τον καθορισμό των γενικών κατώτατων ορίων μισθών και ημερομισθίων όλης της χώρας.

Η σεζόν αρχίζει με ομοβροντίες παραινέσεων για αυτοσυγκράτηση από μέρους του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας που γίνονται δεκτές με την «πρέπουσα αγανάκτηση»’ από μέρους των συνδικάτων, των κομμάτων της αντιπολίτευσης και των ΜΜΕ. Καθώς πλησιάζει η στιγμή της έναρξης των διαπραγματεύσεων παρεμβαίνει και ο υπουργός Οικονομίας που δεν κρύβει την ανησυχία του για τις εξελίξεις στον πληθωρισμό και απευθύνει έκκληση προς τους κοινωνικούς εταίρους να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση στις αυξήσεις τόσο των μισθών όσο και των τιμών.

Μετά την πρώτη συνάντηση των κοινωνικών εταίρων διαπιστώνεται το χάσμα που χωρίζει τις απαιτήσεις των εργαζομένων από τις διαθέσεις της εργοδοσίας (κυρίως του ΣΕΒ), προκαλούνται οι πρώτες αψιμαχίες, μερικές πορείες, άντε και καμιά απεργία, και στο τέλος επέρχεται κάποιος συμβιβασμός που, κατά το ΚΚΕ και τους ιδεολογικούς συνοδοιπόρους του, επιβεβαιώνει την απληστία της εργοδοσίας.

Είμαι βέβαιος ότι και φέτος η παράσταση θα ακολουθήσει την προδιαγεγραμμένη πορεία της.

Θα παραθέσω μερικά στοιχεία που, σε μένα τουλάχιστον, δημιουργούν την εντύπωση ότι τα πράγματα θα έπρεπε να ακολουθούν διαφορετική πορεία.

Εξαρτημένη εργασία στον ιδιωτικό τομέα προσφέρουν περίπου 2 εκατομμύρια εργαζόμενοι. Στο δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα εργάζονται 900.000. Μερικοί πιστεύουν ότι έχουν ξεπεράσει το 1 εκατομμύριο. Η διαπραγμάτευση για τη Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και τον καθορισμό των κατωτάτων ορίων αφορά στην πραγματικότητα τα 2 εκατομμύρια εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Οι εργαζόμενοι στη ΔΕΗ, ή τον ΟΣΕ, ή την Τράπεζα της Ελλάδας και τις άλλες τράπεζες δεν περιμένουν κάτι από την Εθνική Συλλογική Σύμβαση.

Πριν από χρόνια, το 2001, είχα γράψει στην Καθημερινή για τη διαπίστωσή μου ότι στο Συμβούλιο της ΓΣΕΕ -που διαπραγματεύεται την Εθνική Συλλογική Σύμβαση- η συντριπτική πλειοψηφία του συμβουλίου προέρχεται από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Δεν νομίζω ότι άλλαξε η σύνθεση. Στην πραγματικότητα -και όχι στα χαρτιά- η ΓΣΕΕ εκπροσωπεί τους εργαζόμενους στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Είναι λοιπόν φυσικό, όταν διαπραγματεύεται η ΓΣΕΕ, να έχει στο πίσω μέρος του μυαλού της τα συμφέροντα εκείνων που στην πραγματικότητα εκπροσωπεί. Να ζυγιάζει ό,τι προτείνει με γνώμονα τις επιπτώσεις που θα έχει στους εργαζόμενους στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Από τα 2.000.000 που προσφέρουν εξαρτημένη εργασία στον ιδιωτικό τομέα, μόνο 200.000, το 1/10, εργάζεται σε επιχειρήσεις με περισσότερους από 50 απασχολούμενους. Με άλλα λόγια ο ΣΕΒ παρεμβαίνει στη διαπραγμάτευση εκπροσωπώντας ένα μικρό μέρος του πληθυσμού που θα υποστεί τις συνέπειες της διαπραγμάτευσης.

Ποιο είναι το αποτέλεσμα της στρεβλής εκπροσώπησης; Οι εργαζόμενοι στον ευρύτερο δημόσιο τομέα -αυτοί που πράγματι εκπροσωπούνται- έχουν καταφέρει να έχουν διπλές και τριπλές αποδοχές σε σύγκριση με τους άλλους του ιδιωτικού τομέα. Η ανεργία των νέων ανθρώπων είναι η ψηλότερη στην Ευρώπη. Μήπως όμως βγήκαν κερδισμένες οι μεγάλες επιχειρήσεις (μεγάλες χαρακτηρίζω όσες απασχολούν τουλάχιστον 50 εργαζόμενους) που δέχονται να συμμετέχουν στη θεατρική παράσταση που έστησε το πολιτικό σύστημα (όχι σήμερα, από παλιά); Οχι βέβαια. Η ανταγωνιστικότητα των περισσότερων επιχειρήσεων φθίνει και, το χειρότερο, με τη συμμετοχή τους στη διαπραγμάτευση συμβάλλουν στη διαμόρφωση και εμπέδωση μιας αντι-επιχειρηματικής νοοτροπίας.

Η ΓΣΕΕ στην πρόσκλησή της για διαπραγμάτευση υποστηρίζει ότι ο κατώτατος μισθός είναι βασικό στοιχείο για τη δημιουργία όρων κοινωνικής συνοχής. Υποστηρίζει ακόμη ότι ο ελληνικός κατώτατος μισθός αντιπροσωπεύει μόλις το 54% του αντίστοιχου μέσου όρου των χωρών της Ευρώπης. Δεν γνωρίζω πώς υπολόγισε η ΓΣΕΕ το 54%, αλλά από στοιχεία της Eurostat πληροφορήθηκα ότι 13 ευρωπαϊκές χώρες (στις οποίες περιλαμβάνονται η Πορτογαλία και η Ισπανία) έχουν χαμηλότερο κατώτατο μισθό από τον ελληνικό και μόνον 6 έχουν υψηλότερο. Επτά ευρωπαϊκές χώρες δεν έχουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό (Σουηδία, Δανία, Γερμανία, Φινλανδία, κ.α.).

Στην τελευταία Εθνική Συλλογική Σύμβαση συμφωνήθηκε ότι το κατώτατο όριο μηνιαίων αποδοχών από 1ης Μαΐου 2007 είναι 657,89 ευρώ.

Το βασικό αντικείμενο της διαπραγμάτευσης που θα γίνει τις επόμενες εβδομάδες θα είναι σε τι ύψος θα διαμορφωθεί το ποσό αυτό.

Κατά τη γνώμη μου, αρμοδιότερη να ορίσει το κατώτατο όριο αποδοχών είναι η κυβέρνηση. Στο ερώτημα ποιος είναι αρμοδιότερος να σταθμίσει τα συμφέροντα των νέων ανθρώπων που δεν έχουν ακόμη καταφέρει να πιάσουν δουλειά, η ΓΣΕΕ και ο ΣΕΒ ή η κυβέρνηση, απαντώ χωρίς ενδοιασμό: Η κυβέρνηση. Το ίδιο απαντώ και για όλους τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα. Δεν εκπροσωπούνται από τη ΓΣΕΕ με τη σημερινή της σύνθεση. Αλλά και το ζήτημα της κοινωνικής συνοχής που θέτει η ΓΣΕΕ είναι ζήτημα της κυβέρνησης και όχι των συνδικαλιστικών φορέων. Η κοινωνική συνοχή είναι υποχρέωση και ευθύνη της κυβέρνησης.

Τι προτείνω να γίνει; Να αναλάβει το κράτος τις ευθύνες του. Η κοινωνική συνοχή δεν προάγεται με την ανοχή και συντήρηση των τεράστιων διαφορών στις αμοιβές και τους όρους εργασίας μεταξύ ιδιωτικού και ευρύτερου δημόσιου τομέα. Η ψαλίδα πρέπει να κλείσει με μεγαλύτερη αύξηση των αμοιβών στον ιδιωτικό τομέα και μικρότερη στον ευρύτερο δημόσιο.

Θα μπορούσε για παράδειγμα να αυξηθεί το κατώτατο όριο των μηνιαίων αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα κατά 70 ευρώ (αύξηση 10,65%) και μόνο κατά 35 ευρώ στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Τι επίπτωση θα είχε μια κατά 10,65% αύξηση των αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα; Θα πίεζε κάπως τις επιχειρήσεις και θα οδηγούσε μερικές από αυτές πιο γρήγορα στο προδιαγεγραμμένο τέλος τους, ιδίως αν το κράτος εξακολουθήσει να εμποδίζει την αναδιάρθρωσή τους. Θα πίεζε για λίγο την ανεργία προς τα πάνω, αλλά θα έδινε περισσότερα χρήματα για κατανάλωση στους 500.000 εργαζόμενους που ζουν με τον κατώτατο μισθό.

Τι άλλο θα μπορούσε και έπρεπε να κάνει η κυβέρνηση που δεν θα κάνουν και δεν μπορούν να κάνουν η ΓΣΕΕ, ο ΣΕΒ κλπ; Να περιορίσει σημαντικά το κόστος απασχόλησης των νέων ανθρώπων, ιδίως των νέων γυναικών. Πόσο; Τόσο όσο χρειάζεται για να περιοριστεί η ανεργία τους στο επίπεδο της γενικής ανεργίας. Είναι απαράδεκτο για την κοινωνική συνοχή να έχουμε 8% ανέργους και 25% νέους ανέργους. Κάθε μήνα υπάρχουν στοιχεία για την ανεργία και η πρόταση μου είναι να μειώνει η κυβέρνηση το κόστος απασχόλησης (το κόστος, όχι τις αποδοχές τους) των νέων ανθρώπων μέχρις ότου η ανεργία τους να πέσει στο 8%.

Η κυβέρνηση οφείλει επίσης -επιδιώκοντας την κοινωνική συνοχή- να καταργήσει όλες τις χαριστικές ρυθμίσεις αποδοχών στον ευρύτερο δημόσιο και παρα-δημόσιο τομέα. Π.χ. τις πλασματικές υπερωρίες, τα αλλοπρόσαλλα επιδόματα απόδοσης, τις αυτόματες αναπροσαρμογές αμοιβών (συμβολαιογράφοι και δικηγόροι με βάση τις αντικειμενικές αξίες ακινήτων κ.α.), τις συνδέσεις αμοιβών με εργασίες του παρελθόντος, κ.α. Αυτές είναι οι ρυθμίσεις που τρέφουν τον πληθωρισμό. Διότι ο πληθωρισμός δεν τρέφεται από τα 70 επιπλέον ευρώ που θα λάβουν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, αλλά από τα εκατοντάδες και χιλιάδες ευρώ που μοιράζονται σε διάφορες προνομιούχες ομάδες πληθυσμού.

Τέλος είναι σημαντικό να αλλάξει η προσέγγιση της φορολογίας εισοδήματος. Που είναι και αυτό αρμοδιότητα του κράτους. Αντί να αρχίζει να «τσιμπάει» από τα 1.000 ευρώ το μήνα, να πάει στα 1.500 ευρώ. Για να εξομαλυνθεί η μισθολογική καμπύλη.

Προτείνεις να καταργηθεί η συλλογική διαπραγμάτευση; Οχι βέβαια. Προτείνω την ακόλουθη μεταρρύθμιση: Το κράτος να ορίζει τα κατώτατα όρια αποδοχών και οι κοινωνικοί εταίροι να ρυθμίζουν ό,τι άλλο θέλουν να ρυθμίσουν πέρα από τα κατώτατα όρια.

 

Δημοσιεύτηκε στη Καθημερινή 27.01.2008

Back To Top