Στις 24 Απριλίου, η «Καθημερινή» έγραψε ότι οι διαπραγματεύσεις μεταξύ ελληνικού κράτους και Deutsche Telekom απειλούνται με ναυάγιο. Στο ίδιο φύλλο Ειδικός Συνεργάτης, σε άρθρο του, συνέστησε στην κυβέρνηση να σταθμίσει το πρόσκαιρο πολιτικό κόστος που προκαλεί η παραπληροφόρηση με τα πιο πάγια συμφέροντα της οικονομίας αλλά και της ίδιας της κυβέρνησης. Ομολογώ ότι το ύφος και η επιχειρηματολογία του άρθρου, του μη κατονομαζόμενου Ειδικού Συνεργάτη, μου προκάλεσε τη σκέψη ότι ο ίδιος ο κ. Αλογοσκούφης ή κάποιος ενεργών για λογαριασμό του έγραψε το άρθρο με κύριο στόχο να πείσει άλλους υπουργούς ή και τον ίδιο τον πρωθυπουργό για την ορθότητα των επιδιώξεών του.
Στις 30 Μαρτίου εξέθεσα στην «Καθημερινή» τις απόψεις μου για τον «γάμο» ΟΤΕ – Deutsche Telekom. Εξήγησα για ποιο λόγο θα προτιμούσα ως συνεταίρο έναν αμερικανικό ή ασιατικό τηλεπικοινωνιακό οργανισμό. Συνομολόγησα όμως ότι αν δεν μπορεί να βρεθεί τέτοιος συνεταίρος θεωρώ προτιμότερο να μπει στον ΟΤΕ η Deutsche Telekom παρά να μείνει ο ΟΤΕ όπως είναι, χωρίς στρατηγικό συνεταίρο. Συμφωνώ με τον Ειδικό Συνεργάτη που θεωρεί εύλογο και μάλιστα επιβεβλημένο ο στρατηγικός μέτοχος να έχει τον έλεγχο της λειτουργίας του ΟΤΕ και σημειώνει ότι καμιά μεγάλη τηλεπικοινωνιακή επιχείρηση δεν θα δεχόταν να συμμετέχει ως απλός μέτοχος. Το ζήτημα, όμως, είναι από ποιο ποσοστό συμμετοχής θα θεωρηθεί η Deutsche Telekom στρατηγικός μέτοχος. Εγώ, για παράδειγμα, δεν θα παρέδιδα τον έλεγχο της λειτουργίας του ΟΤΕ σε μέτοχο με μερίδιο μικρότερο από 35% διότι θα θεωρούσα ότι διατρέχω τον κίνδυνο να μην παραλληλίζονται τα συμφέροντα του στρατηγικού μετόχου με εκείνα του ΟΤΕ. Θα θεωρούσα ασφαλέστερη λύση να έχει ο στρατηγικός μέτοχος ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό.
Με βάση αυτόν τον συλλογισμό θα έλεγα στην Deutsche Telekom τα εξής: Εχεις ήδη εξασφαλίσει το 20% του ΟΤΕ. Αγόρασε στην αγορά ένα πρόσθετο 15% και μόλις αποκτήσεις το 35% θα σου παραδώσω τον έλεγχο της λειτουργίας του ΟΤΕ σύμφωνα με όσα θα έχουμε από πριν συμφωνήσει. Αν στη διαδικασία αγοράς του πρόσθετου 15% θεωρήσει το Δημόσιο ότι η τιμή είναι συμφέρουσα, δεν έχει παρά να πουλήσει και δικές του μετοχές και να διευκολύνει έτσι την Deutsche Telekom να αποκτήσει ταχύτερα το 35%. Η πρόταση αυτή έχει και ένα παράπλευρο όφελος. Θα επιτρέψει στους υπόλοιπους μετόχους του ΟΤΕ να πουλήσουν, αν θέλουν, τις μετοχές τους στην Deutsche Telekom και να μην αισθάνονται «ριγμένοι» και «κορόιδα».
Ο Ειδικός Συνεργάτης γράφει ακόμη ότι θεωρεί επιβεβλημένο να διατηρήσει το κράτος veto επάνω σε ορισμένες αποφάσεις που αφορούν τη συνοχή, το μέλλον της εταιρείας, τις εργασιακές σχέσεις (sic), την εθνική ασφάλεια και την άμυνα. Λογικά όλα αυτά, αλλά τις εργασιακές σχέσεις τι τις ήθελε ο Ειδικός Συνεργάτης; Για να μπορεί το εκάστοτε κυβερνών κόμμα να παρεμβαίνει; Σε ποια επιχείρηση θα γινόταν ανεκτό το veto του κράτους στις εργασιακές σχέσεις; Οι εργασιακές σχέσεις ρυθμίζονται με νόμους που πρέπει να ισχύουν για όλες τις επιχειρήσεις. Είναι κατά τη γνώμη μου αδιανόητο να ζητείται να έχει το κράτος veto στις εργασιακές σχέσεις. Είναι λόγος για να ναυαγήσουν οι διαπραγματεύσεις.
Για να κλείσει επιτυχώς η διαπραγμάτευση κράτους, ΟΤΕ και Deutsche Telekom χρειάζονται, νομίζω, καθαροί στόχοι. Να αποφασίσει όλη η κυβέρνηση ότι η ύπαρξη αξιόπιστου στρατηγικού εταίρου θα συμβάλει στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της εταιρείας. Ο εταίρος θα πρέπει να έχει τον λειτουργικό έλεγχο του ΟΤΕ. Αρα θα πρέπει να ξεχάσει η κυβέρνηση τις «σαχλαμάρες» περί συνδιοίκησης, το veto στις εργασιακές σχέσεις, που ακυρώνουν την προσπάθεια εγκατάστασης στρατηγικού μετόχου. Η επιδίωξη της συνδιοίκησης έρχεται σε πλήρη αντίφαση με τη λογική του στρατηγικού εταίρου. Τέλος, επαναλαμβάνω ότι, κατά τη γνώμη μου, είναι επικίνδυνο να παραδώσει η κυβέρνηση τον λειτουργικό έλεγχο σ’ ένα μέτοχο που θα κατέχει μόνο το 25% του κεφαλαίου.
Δημοσιεύτηκε στη Καθημερινή 30.04.2008