Skip to content

«Αυξάνονται οι τιμές σε πολλά προϊόντα – Ανήσυχη η κυβέρνηση» ήταν ένας από τους πρωτοσέλιδους τίτλους της «Καθημερινής» της περασμένης Τετάρτης. Στο ρεπορτάζ σημειώνεται ότι η κυβέρνηση αποδεικνύει εμπράκτως την ανησυχία της αναλώνοντας τον χρόνο της Κυβερνητικής Επιτροπής στην αποτύπωση των επιπτώσεων της διεθνούς ανατιμητικής συγκυρίας. Ο υπουργός Οικονομίας κ. Γ. Αλογοσκούφης δήλωσε ότι η αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας δεν κινδυνεύει, ωστόσο ζήτησε αυτοσυγκράτηση στη διεκδίκηση, αλλά και στην απόδοση μισθολογικών αυξήσεων. Ο υπουργός Ανάπτυξης προειδοποίησε τους παράγοντες της αγοράς να μην προβούν σε αδικαιολόγητες αυξήσεις. Αυτά στο ρεπορτάζ. Στο ίδιο φύλλο της «Καθημερινής» ο Ν. Νικολάου συνιστά «Οχι άλλα βάρη στους εργαζόμενους» και ο Θ. Οικονομόπουλος παρατηρεί ότι ο εσπρέσο στη Βιέννη ή στο Μιλάνο κοστίζει το μισό απ’ ό,τι στο Κολωνάκι.

Στην ελληνική αγορά εργάζονται 4.300.000. Από αυτούς 900.000 τουλάχιστον είναι στον δημόσιο τομέα, 2.000.000 προσφέρουν εξαρτημένη εργασία στον ιδιωτικό τομέα και 1.400.000 είναι αυτοαπασχολούμενοι.

Ποιους αφορά η έκκληση Αλογοσκούφη για συγκρατημένες αυξήσεις μισθών; Τα 2.000.000 που προσφέρουν εξαρτημένη εργασία στον ιδιωτικό τομέα. Γι’ αυτούς γράφει και ο Ν. Νικολάου όταν συνιστά να μην πέσουν και άλλα βάρη στους εργαζόμενους. Να ξεκαθαρίσω αμέσως ότι συμφωνώ απολύτως με τον Ν. Νικολάου. Ο ιδιωτικός τομέας και οι εργαζόμενοι σε αυτόν δεν έχουν ανάγκη από εκκλήσεις. Το μόνο που χρειάζονται είναι να αφεθούν να βρουν μόνοι τους τη σωστή ισορροπία. Γνωρίζουν και οι δύο πλευρές καλύτερα το συμφέρον τους. Δεν χρειάζονται τις συμβουλές ή τις εκκλήσεις των πολιτικών. Η έκκληση Αλογοσκούφη έχει νόημα μόνο αν απευθύνεται στον ίδιο τον κ. Αλογοσκούφη. Φωνάζει για αυτοσυγκράτηση ο κ. Αλογοσκούφης και περιμένει ότι ο αντίλαλος της φωνής του θα τον ενθαρρύνει να αποφασίσει τι θα πράξει για τους 900.000 που εργάζονται στο Δημόσιο και για τις πολλές χιλιάδες από τους αυτοαπασχολούμενους που εξαρτώνται από αυτόν.

Διαβάζω για παράδειγμα ότι επίκειται η αύξηση των αντικειμενικών αξιών κατά 20% περίπου σε περιοχές εντός σχεδίου και 25% – 30% σε περιοχές εκτός σχεδίου. Οι συμβολαιογράφοι, οι υποθηκοφύλακες και πολλοί δικηγόροι θα αυξήσουν συνεπώς τα εισοδήματά τους κατά το ίδιο ποσοστό. Το ίδιο έγινε και το 2007. Το ίδιο και το 2006. Αυτοί οι αυτοαπασχολούμενοι σε τρία μόλις χρόνια έχουν υπερδιπλασιάσει τα εισοδήματά τους. Επειδή ο κ. Αλογοσκούφης δεν τολμά να διορθώσει μιαν απαράδεκτη και κοινωνικά προκλητική απόφασή του που ρυθμίζει τις αμοιβές αυτές. Για ένα συμβολαιάκι κερδίζει ένας συμβολαιογράφος της Αθήνας 8.000 ευρώ. Γιατί να μην πάει στη συνέχεια να πιει τον εσπρέσο του στο Κολωνάκι και να τον πληρώσει στη διπλή τιμή απ’ ό,τι στο Μιλάνο;

Πολλές τιμές είναι υψηλές διότι υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι πρόθυμοι να τις πληρώσουν. Η παρατήρηση ισχύει για τον εσπρέσο, τα κέντρα διασκέδασης, τα εστιατόρια, τα ξενοδοχεία στην Αράχωβα και το Καρπενήσι κ.ο.κ. Πώς θα πέσουν αυτές οι τιμές; Μόνον όταν η προσφορά ξεπεράσει τη ζήτηση. Οι απειλές του κ. Φώλια είτε θα αγνοηθούν από τους παράγοντες της αγοράς (το πιθανότερο) είτε θα προβληματίσουν εκείνους που προγραμμάτιζαν να επενδύσουν με στόχο την αύξηση της προσφοράς με αποτέλεσμα να παραμείνουν οι τιμές υψηλές.

Η ζήτηση των εφημερίδων, δυστυχώς, φθίνει όπως αποδεικνύεται από τη συνεχή πτώση της κυκλοφορίας τους. Καμιά εφημερίδα δεν τολμά να αυξήσει την τιμή της. Γιατί; Επειδή φοβάται ότι οι αναγνώστες της θα την εγκαταλείψουν προς όφελος άλλης που δεν ανατιμήθηκε. Η «Καθημερινή» τις καθημερινές κοστίζει ένα ευρώ. Μια τυρόπιτα στα «όρθια», όπως γράφει ο Θ. Οικονομόπουλος, 2 ευρώ. Σας φαίνεται λογική η σχέση; Αν η «Καθημερινή» κόστιζε 2 ευρώ και η τυρόπιτα ένα δεν θα φαινόταν λογικότερη η σχέση; Ισως. Σε τελική όμως ανάλυση, τις τιμές και την ακρίβεια τις ορίζουμε εμείς οι καταναλωτές με τη συμπεριφορά μας. Αν όλοι μας αποφασίσουμε ότι δεν θα ξαναπαραγγείλουμε εσπρέσο, αν κοστίζει πάνω από 1,80 ευρώ, είμαι βέβαιος ότι η τιμή του εσπρέσο θα πέσει.

Οι μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ ελέγχουν πολύ μεγάλο μέρος του λιανεμπορίου. Σε αρκετές συνεπώς περιπτώσεις μπορούν να διαμορφώνουν τις τιμές χωρίς να αισθάνονται ιδιαίτερη πίεση από τον ανταγωνισμό. Αν όμως οι καταναλωτές οργανώνονταν, θα μπορούσαν να επιδιώξουν μαχητικά τη συμπίεση των τιμών. Με το μποϊκοτάζ είτε συγκεκριμένων προϊόντων είτε και συγκεκριμένων αλυσίδων. Δυστυχώς, η συμμετοχή μας σε τέτοιου είδους οργανώσεις είναι ξένη προς τη νοοτροπία μας.

Για την ακρίβεια συνολικά –έξω από τα σούπερ μάρκετ– μεγάλη ευθύνη έχει η εκάστοτε κυβέρνηση που πνίγει τον ανταγωνισμό ο οποίος θα κρατούσε τις τιμές υπό κάποιον έλεγχο. Γιατί πνίγουν τον ανταγωνισμό οι κυβερνήσεις (ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. είναι ακριβώς το ίδιο); Μα, διότι έτσι στηρίζουν ομάδες που κατά τη γνώμη τους φέρνουν ψήφους.

Ακριβαίνει το ψωμί. Απειλεί ο κ. Φώλιας. Ο προκάτοχός του όμως έκανε πρακτικά ανέφικτο το ψήσιμο ψωμιού στα σούπερ μάρκετ. Παραβιάζοντας και την κοινοτική νομοθεσία.

-Γιατί δεν πωλούνται τσιγάρα σε κούτες των 10 στα σούπερ μάρκετ, όπως διατίθενται στα Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών;

-Γιατί δεν πωλούνται μη συνταγογραφούμενα φάρμακα ή παιδικές τροφές στα σούπερ μάρκετ;

-Γιατί δεν επιτρέπεται σε φαρμακεία να κάνουν έκπτωση;

-Γιατί επιτρέπεται σε ένα κατάστημα να κάνει γενικευμένες εκπτώσεις μόνον δύο φορές τον χρόνο;

-Γιατί δεν επιτρέπεται σε μεγάλα καταστήματα να λειτουργούν τις Κυριακές;

-Γιατί δεν είναι τελείως ελεύθερο το ωράριο των πρατηρίων βενζίνης;

-Γιατί διατηρείται κλειστό το επάγγελμα των μεταφορέων Δ.Χ.;

Η απάντηση σε όλα τα ερωτήματα είναι η ίδια: Επειδή έτσι έχει αποφασίσει το κράτος για να ευνοήσει μια τάξη σε βάρος του κοινωνικού συνόλου. Αν η κυβέρνηση καταργούσε τους πιο πάνω περιορισμούς (και πολλούς άλλους που δεν κατονόμασα), θα επέφερε καίριο πλήγμα στην ακρίβεια. Δυστυχώς δεν θα το κάνει και θα μείνει στις αναποτελεσματικές εκκλήσεις του κ. Αλογοσκούφη και στις απειλές του κ. Φώλια. Για να επιβεβαιωθεί, για άλλη μια φορά, ο εκπασοκισμός του κυβερνώντος κόμματος για τον οποίο έγραψε πολύ ωραία ο Χρ. Γιανναράς στην «Καθημερινή» την Κυριακή.

Δημοσιεύτηκε στη Καθημερινή 13.01.2008

Back To Top