Στην αρχή της ομιλίας του προς τους εκπροσώπους των παραγωγικών ομάδων στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ο πρωθυπουργός υποστήριξε ότι η κυβέρνηση του έβαλε ‘έγκαιρα τη Χώρα σε ασφαλή τροχιά αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, ανάπτυξης και εξωστρέφειας.’
Και σε πρώτη κατά σειρά απόδειξη ανέφερε ότι: ‘Οι διεθνείς ενεργειακές συμφωνίες που πετύχαμε (ο ελληνοτουρκικός και ο ελληνοϊταλικός αγωγός φυσικού αερίου, ο πετρελαιαγωγός Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη και, τώρα, ο Σάουθ Στριμ) εντάσσουν τη Χώρα στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη, φέρνουν έσοδα, εγγυώνται νέες θέσεις δουλειάς στη Β. Ελλάδα.’
Η κυβερνητική προπαγάνδα έχει επιτύχει να προσδώσει σε αυτές τις συμφωνίες μεγαλύτερη σημασία απ’ ό,τι πράγματι έχουν. Η πείρα με έχει διδάξει ότι στην Ελλάδα όταν χαρακτηρίζουμε μια απόφαση ‘στρατηγική’ ή ‘εθνική’, συνήθως λησμονούμε να εκτιμήσουμε σωστά τις οικονομικές παραμέτρους της απόφασης.
Ενθυμούμαι σειρά ‘στρατηγικών’ επενδύσεων της περιόδου 1974-1977 που στο σύνολο τους οδηγήθηκαν σε χρεοκοπία.
Στην περίπτωση των αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν έχουμε μάθει –εγώ τουλάχιστον δεν έχω μάθει- τι θα πληρώσουμε και τι συγκεκριμένα και αποτιμημένα οφέλη προσδοκούμε. Θα έχουμε δικαίωμα αγοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου, ή υποχρέωση; Έχουμε εξασφαλίσει ποσότητες, πόσες και για πόσα χρόνια; Πριν ενθουσιαστώ για τις διεθνείς ενεργειακές συμφωνίες που μας έβαλαν στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη θα ήθελα να γνωρίζω τις οικονομικές λεπτομέρειες. Η Ελλάδα χρωστάει σήμερα πάνω από 250 δισεκατομμύρια ευρώ. Πολλά από αυτά τα δισεκατομμύρια οφείλονται σε επιπόλαιες αλλά βαφτισμένες ‘στρατηγικές’ και ‘εθνικές’ αποφάσεις.
Υπάρχει όμως και μια άλλη πτυχή στον προβληματισμό μου. Το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο κυριαρχούν σήμερα στην ενεργειακή αγορά αλλά είναι φανερό ότι η σημασία τους στο μέλλον θα φθίνει.
Αντίθετα θα αυξηθεί η σημασία της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.
Ασχολείται η κυβέρνηση με συμφωνίες γι αγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου και παραμελεί να αξιοποιήσει τις αστείρευτες πηγές ηλιακής και αιολικής ενέργειας που διαθέτει η Ελλάδα. Η ηλεκτρική ενέργεια από ανεμογεννήτριες είναι ήδη σημαντικά φθηνότερη από την ηλεκτρική ενέργεια από πετρέλαιο.
Για να μπει η Ελλάδα σε ασφαλή τροχιά αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, ανάπτυξης και εξωστρέφειας θα έπρεπε -σε ό,τι αφορά την ενέργεια- να διευκολυνθούν οι επενδύσεις σε μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ (κυρίως αιολικές). Προϋπόθεση είναι η δημιουργία δικτύων διασύνδεσης των περιοχών μεγάλου αιολικού δυναμικού με το εθνικό δίκτυο και του εθνικού δικτύου με το ευρωπαϊκό.
Στόχος δεν πρέπει να είναι μόνο η κάλυψη του 20-30% των αναγκών μας σε ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ, αλλά και η εξαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που θα έχει παραχθεί από μονάδες ΑΠΕ.
Όλα τα ακατοίκητα νησιά του Αιγαίου, οι βραχονησίδες, θα μπορούσαν να φιλοξενούν μεγάλες ανεμογεννήτριες. Γιατί όχι ένα συγκρότημα ανεμογεννητριών 300 MW στη Μακρόνησο;
Οι αγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν συνιστούν μεταρρύθμιση ούτε εξασφαλίζουν την ανάπτυξη. Εξασφαλίζουν, αν το προβλέπουν οι συμφωνίες, ότι θα έχουμε στη διάθεση μας ορισμένες ποσότητες από το ακριβότερο καύσιμο.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Εστία” 12.09.2008