Skip to content
kathimerini

Η υποχρεωτική εφαρμογή από 1.1.2005 των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων στις τράπεζες έφερε στο προσκήνιο τα τεράστια προβλήματα του ασφαλιστικού τους συστήματος που, τόσα χρόνια τώρα, έκρυβαν κάτω από το χαλί όλοι όσοι είχαν την ευθύνη να το αντιμετωπίσουν.

Ήδη έχουν ακουστεί δύο προτάσεις: του κ. Προβόπουλου και του κ. Σάλλα. Κοινό στοιχείο και των δύο είναι ότι επιρρίπτουν το ήμισυ περίπου του κόστους της εξυγίανσης στο δημόσιο και ότι δεν θίγονται, ή θίγονται ελάχιστα οι υποχρεώσεις των εργαζομένων και τα προνόμια των ασφαλισμένων.

Οι προτάσεις αυτές, μπορεί να είναι πρακτικές, στερούνται όμως ηθικού υπόβαθρου.

Προτείνεται να πληρώσει το δημόσιο, δηλαδή το σύνολο των φορολογουμένων, για να μπορέσουν να διατηρηθούν όχι μόνο τα κεκτημένα των ασφαλισμένων στα τραπεζικά ασφαλιστικά ταμεία αλλά και για να μπορέσουν να συνεχίσουν να δίνουν τις ίδιες παροχές στο μέλλον και σε νέους εργαζόμενους.

Το σύνολο των φορολογούμενων περιλαμβάνει για παράδειγμα και τους συνταξιούχους του ΙΚΑ, του ΤΕΒΕ και του ΟΓΑ που συνεισφέρουν φόρους στο πετρέλαιο θέρμανσης που καίνε για να ζεσταθούν, συνεισφέρουν 18% ΦΠΑ στα τρόφιμα που αγοράζουν για να ζήσουν, κοκ. Η μέση σύνταξη του ΙΚΑ είναι € 550, του ΤΕΒΕ € 500 και η μέση βασική του ΟΓΑ € 200.

Σύμφωνα με την πρόταση του κ. Προβόπουλου, ένας άνδρας εργαζόμενος στην τράπεζα, θα δικαιούται σύνταξη μετά από 35 χρόνια ίση προς το 116% των συντάξιμων αποδοχών του! Δεν γνωρίζω το ύψος της μέσης σύνταξης εργαζομένου σε τράπεζα, εκτιμώ όμως ότι είναι τουλάχιστον διπλάσια από τη μέση σύνταξη του ΙΚΑ ή του ΤΕΒΕ.

Με αυτά τα δεδομένα θεωρώ αδιανόητο να κληθούν οι φτωχότεροι να στηρίξουν το εισόδημα των πλουσιότερων. Θεωρώ, δηλαδή αδιανόητο, να κληθεί το δημόσιο να καλύψει το κόστος της εξυγίανσης των τραπεζών.

Ποια είναι η λύση; Να αναλάβουν οι τράπεζες και οι εργαζόμενοι/ασφαλισμένοι σε αυτές ολόκληρο το κόστος της εξυγίανσης. Όταν λέω τράπεζες εννοώ τους μετόχους των τραπεζών που για την ώρα είναι κερδισμένοι στο ΧΑΑ, όσο εξακολουθεί να φημολογείται ότι την εξυγίανση θα την πληρώσουν τα κορόιδα. Το μερίδιο του κόστους που θα αναλάβει κάθε πλευρά, μέτοχοι και εργαζόμενοι/ασφαλισμένοι, μπορεί και πρέπει να αποτελέσει το αντικείμενο διαλόγου, είτε χωριστά για κάθε τράπεζα, είτε συλλογικά για όλες τις τράπεζες. Είναι δικό τους θέμα και δικές τους οι συνέπειες αν δεν καταλήξουν σε λύση.

Είναι παράδοξο ότι η κυβέρνηση, που έχει να αντιμετωπίσει τα τεράστια ελλείμματα του προϋπολογισμού, εμφανίζεται διατεθειμένη να αναλάβει το κράτος ένα μέρος του κόστους επίλυσης  του προβλήματος. Κινδυνεύει, από κυβέρνηση του μεσαίου χώρου, όπως αυτοπεριγράφεται, να χαρακτηρισθεί κυβέρνηση των ρετιρέ.

 

 

 

 

 

 

 

 

Back To Top