Στην «Καθημερινή» της περασμένης Τετάρτης (7/7/2010) έγραψα ότι -αν ήμουν στη Βουλή- θα ψήφιζα «ναι» για το ασφαλιστικό νομοσχέδιο. Ναι, αλλά με βαριά καρδιά. Διότι, μολονότι έχει θετικά στοιχεία, δεν αγγίζει την καρδιά του προβλήματος. Και γι’ αυτό είμαι βέβαιος ότι σε δύο τρία χρόνια, αν όχι και ενωρίτερα, το ασφαλιστικό θα ξαναέρθει στο προσκήνιο. Ο πρώην υπουργός Οικονομίας Ν. Χριστοδουλάκης στο βιβλίο του «Το εκκρεμές της σύγκλισης» (2006) επεσήμανε ότι «η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι μια χώρα η οποία έχει ταυτόχρονα τους πιο πλούσιους και τους πιο φτωχούς συνταξιούχους σε όλη την Ε.Ε.» και πρόσθεσε ότι οι «αγκυλώσεις στο ασφαλιστικό σύστημα επωάζουν τη διαχειριστική αναποτελεσματικότητα και οδηγούν στην παραγωγή απαράδεκτα πενήτων αλλά και αδικαιολόγητα προνομιούχων συνταξιούχων». Στο άρθρο μου της περασμένης Τετάρτης είχα δώσει τον τίτλο «7,3% των συνταξιούχων, 50% των συντάξεων!» και επεσήμανα ότι το ασφαλιστικό του κ. Λοβέρδου όχι μόνο δεν αγγίζει αυτή την κατάσταση, αλλά την κατοχυρώνει. Αλλά και κατά τη διάρκεια της συζήτησης του νομοσχεδίου στη Βουλή, πρόσεξα ότι σχεδόν όλοι οι βουλευτές στις ομιλίες τους ασχολήθηκαν με την περιπτωσιολογία και τα συμφέροντα των «αδικαιολόγητα προνομιούχων συνταξιούχων». Για άλλη μια φορά φάνηκε πόσο δύσκολο είναι για το πολιτικό σύστημα να αποδεσμευτεί από τα ισχυρά συντεχνιακά συμφέροντα και να ασχοληθεί με το γενικό συμφέρον.
Τον περασμένο Δεκέμβριο (13/12/2009), πάλι στην «Καθημερινή», παρουσίασα το περίγραμμα μιας ολότελα διαφορετικής προσέγγισης για το ασφαλιστικό. Μιας προσέγγισης που θα ευνοούσε αφάνταστα τους «πένητες συνταξιούχους» και ταυτόχρονα θα έδινε μια τεράστια αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία. Τον Δεκέμβριο όμως τα ΜΜΕ και η ελληνική κοινωνία ζούσαν ακόμη με την εντύπωση ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει ασήμαντα προβλήματα που θα τα αντιμετώπιζε με μικροδιορθώσεις μόνη της, χωρίς εξωτερική βοήθεια, χάρη στη διεθνή πειστικότητα του πρωθυπουργού. Ποιος λοιπόν ήθελε να σκεφτεί μεγάλες αλλαγές στο ασφαλιστικό; Αλλά και σήμερα με την ψευδαίσθηση ότι το ασφαλιστικό τακτοποιήθηκε, αμφιβάλλω αν υπάρχει κάποιος να ενδιαφερθεί για μεγάλες αλλαγές.
Κίνηση ματ για το ασφαλιστικό.
Η πρότασή μου στηρίζεται στις ακόλουθες παραμέτρους:
Το Σύνταγμα, άρθρο 22§5, προβλέπει ότι «το Κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως ο νόμος ορίζει».
Το σύνολο των καταβαλλομένων ετησίως συντάξεων φθάνει τα 35 δισ. ευρώ. Η ποιότητα των στοιχείων για τις συντάξεις είναι εξαιρετικά χαμηλή. Συνεπώς ο πιο πάνω αριθμός μπορεί να είναι διαφορετικός, αλλά αυτός αναφέρεται στον Κοινωνικό Προϋπολογισμό.
Το 92,7% των συνταξιούχων είναι συνταξιούχοι του ΙΚΑ, ΟΑΕΕ, ΟΓΑ και Δημοσίου. Ο μέσος όρος των καταβαλλομένων συντάξεων από τα τρία πρώτα ασφαλιστικά ταμεία (χωρίς το Δημόσιο) δεν ξεπερνά τα 550 ευρώ μηνιαίως, δηλαδή 7.700 ευρώ ετησίως.
Με άλλα λόγια, η μέση σύνταξη της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού (που είναι στα τρία ταμεία) δεν υπερβαίνει τα 7.700 ευρώ ετησίως. Και με αυτή τη σύνταξη το πολιτικό μας σύστημα θεωρεί ότι εκπλήρωσε τη συνταγματική του υποχρέωση!
Ο αριθμός των μονίμων κατοίκων που έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας είναι 2.100.000.
Η πρότασή μου είναι να δίνεται σε κάθε μόνιμο κάτοικο που συμπληρώνει το 65ο έτος της ηλικίας σύνταξη ύψους 10.395 ευρώ ετησίως, δηλαδή κατά 35% υψηλότερης από τη σύνταξη που λαμβάνουν κατά μέσον όρο οι περισσότεροι συνταξιούχοι. Το ποσό των 10.395 ευρώ ετησίως είναι ίσο με τον κατώτατο μισθό της συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Για τη σύνταξη αυτή δεν θα υπάρχουν προϋποθέσεις παρά μόνο μία, η συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας. Η σύνταξη θα καταβάλλεται από το υπουργείο Οικονομικών σε όλους χωρίς εισφορές είτε του εργαζόμενου είτε του εργοδότη. Η συνολική επιβάρυνση του προϋπολογισμού ανέρχεται σε 21,8 δισ. ευρώ.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση που ευνοεί την πλειοψηφία του ελληνικού λαού και, επειδή καταργεί τις συνταξιοδοτικές κρατήσεις, εκτινάσσει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, θεωρώ ότι το κράτος έχει εκπληρώσει στο ακέραιο τις συνταγματικές του υποχρεώσεις. Οποιος επιθυμεί μεγαλύτερη σύνταξη, εφ’ άπαξ, ή οτιδήποτε άλλο θα πρέπει να μεριμνήσει μόνος του χωρίς την ανάμειξη του κράτους. Είμαι βέβαιος ότι με σημαντικά μικρότερη επιβάρυνση από τη σημερινή θα βρει ευνοϊκότερες λύσεις.
Η προτεινόμενη λύση είναι εξαιρετικά απλή και θα έχει πολύ χαμηλό διαχειριστικό κόστος. Διπλασιάζει τη σύνταξη όσων ασχολούνται με αγροτικά επαγγέλματα και αφαιρεί από όλους, εργοδότες και εργαζόμενους, την αφόρητη γραφειοκρατία και το τεράστιο κόστος του σημερινού συστήματος. Ενισχύει την κινητικότητα και ευελιξία της αγοράς εργασίας. Εξαφανίζει τα προβλήματα της διαδοχικής ασφάλισης. Με την κατάργηση όλων των εισφορών σύνταξης θα περιοριστεί κατακόρυφα το κόστος της εργασίας, γεγονός που θα δώσει ώθηση στην ανάπτυξη και την απασχόληση και θα επιτρέψει την αύξηση των μισθών.
Υπάρχουν ασφαλώς προβλήματα μετάβασης από τον σημερινό κυκεώνα στο νέο απλό σύστημα. Οι «αδικαιολόγητα προνομιούχοι συνταξιούχοι» θα προσπαθήσουν να σταματήσουν κάθε συζήτηση. Η μόνη μου ελπίδα είναι να κατανοήσει το συμφέρον της η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού και να επιβάλει τη σε βάθος εξέταση της πρότασης.
Το πρώτο βήμα είναι να προκληθεί ενδιαφέρον για μια λύση εξαιρετικά απλή που ευνοεί άμεσα τη μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού και δίνει μια τεράστια ώθηση στην ανάπτυξη. Στη συνέχεια θα βρεθούν οι λύσεις για τη μετάβαση από το σημερινό στο αυριανό σύστημα.
Δημοσιεύτηκε στη Καθημερινή 11.07.2010