Στις 17 Ιανουαρίου έγραψα στην «Καθημερινή» ότι το Πρόγραμμα Σταθερότητας είναι ανεπαρκές και ότι πρέπει να αναθεωρηθεί.
Την περασμένη Τετάρτη η κυβέρνηση συμπλήρωσε το Πρόγραμμα Σταθερότητας με νέα επώδυνα και αρκετά γενναία μέτρα. Το κρίσιμο και άμεσο ερώτημα είναι αν τα μέτρα αυτά φθάνουν για να πείσουν τις αγορές ότι μπορούν άφοβα να δανείσουν την Ελλάδα.
Η απάντησή μου είναι ότι τα μέτρα δεν είναι επαρκή. Και αν ακόμη καθησυχάσουν κάπως τις αγορές και αυτές μας δανείσουν (με το αζημίωτο), είναι βέβαιο ότι δεν θα προσελκύσουν οποιονδήποτε να επενδύσει στην Ελλάδα.
Γιατί; Διότι δεν δίνουν την εντύπωση ότι η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να περιορίσει μόνιμα τις κρατικές δαπάνες. Οι περικοπές μισθών και επιδομάτων στο Δημόσιο αναδίνουν ένα άρωμα προσωρινότητας. Μόνιμο χαρακτήρα θα είχε η κατάργηση περιττών θέσεων και η απόλυση του πλεονάζοντος προσωπικού. Μόνιμο χαρακτήρα θα είχαν συστημικές αλλαγές, όπως είναι για παράδειγμα ο τρόπος με τον οποίο τα ταμεία αποζημιώνουν τα φαρμακεία για τα χορηγούμενα φάρμακα. Μόνιμο χαρακτήρα θα είχε η κατάργηση δεκάδων τελείως περιττών στρατιωτικών εγκαταστάσεων.
Και ακόμη: διότι η άκριτη φορολόγηση της κατοχής ακίνητης περιουσίας και η υπερβολή στη φορολόγηση του εισοδήματος ενώ μπορεί να αποφέρει άμεσα έσοδα, θα αποθαρρύνει τις επενδύσεις. Χωρίς επενδύσεις θα πληγεί η ανάπτυξη και η απασχόληση και συνεπώς και η δημοσιονομική εξυγίανση.
Με τα μέτρα που ανακοινώθηκαν μπορεί να ικανοποιήθηκαν οι Βρυξέλλες, αλλά νομίζω ότι εμείς δεν πρέπει να είμαστε ικανοποιημένοι. Διότι ακριβώς δεν λύνουν το πρόβλημά μας. Λύση θα αποτελούσαν μέτρα που θα έδειχναν ότι η κυβέρνηση κατανοεί ότι το μέγεθος του κράτους δεν είναι διατηρήσιμο, ότι το ασφαλιστικό πρέπει να αλλάξει εκ βάθρων, ότι το φορολογικό σύστημα χρειάζεται ριζική ανατροπή. Λύση θα αποτελούσαν μέτρα απελευθέρωσης των επαγγελμάτων και κατάργησης δημοσίων οργανισμών. Πόσο δύσκολο θα ήταν άραγε να ειπωθεί ότι από αύριο το πρωί όποιος ζητήσει άδεια βυτιοφόρου θα τη λάβει; Ή ότι από αύριο, όποιος θέλει να μεταφέρει τα έπιπλά του, δικαιούται να ενοικιάσει ένα φορτηγάκι και να κάνει μόνος του τη μεταφορά;
Μολονότι δεν πιστεύω να αποδειχθούν επαρκή τα μέτρα, αν ψήφιζα στη Βουλή, θα ψήφιζα υπέρ, παρά τις ενστάσεις μου κυρίως σε ό, τι αφορά τις παρεμβάσεις στους φόρους της ακίνητης περιουσίας και της φορολογίας εισοδήματος. Διότι η ανάγκη μέτρων είναι επιτακτική και κάθε περαιτέρω αναβολή θα αυξήσει το κόστος για την οικονομία. Με άλλα λόγια η αναζήτηση καλύτερων μέτρων δεν δικαιολογεί οποιαδήποτε αναβολή μια και το όφελος από τα καλύτερα μέτρα θα είναι μικρότερο από την πρόσθετη ζημία που θα προκύψει από την αναβολή. Αυτή άλλωστε είναι η κριτική που πρέπει να γίνει στην κυβέρνηση για τη μέχρι σήμερα καθυστέρηση. Μπορεί σήμερα να είναι πιο μελετημένα τα μέτρα απ’ ό, τι θα ήσαν αν παίρνονταν τον περασμένο Οκτώβριο, αλλά το πρόβλημα από τότε μέχρι σήμερα (τα spreads) πολλαπλασιάστηκε.
Ελπίζω ότι η κυβέρνηση θα εφαρμόσει σωστά όσα εξήγγειλε και ότι θα βρει το θάρρος στη συνέχεια να τα συμπληρώσει με μέτρα μόνιμου και διαρθρωτικού χαρακτήρα που είναι τα μόνα που μπορούν να στηρίξουν την ανάπτυξη.
Θα επαναλάβω, κλείνοντας το σημείωμα αυτό, την πρότασή μου να καλέσει ο κ. Παπανδρέου τον κ. Σαμαρά και να του ζητήσει να συμφωνήσουν ποιες κρατικές δαπάνες θα περικοπούν. Αν εμφανιστούν μαζί και ανακοινώσουν ότι συμφώνησαν την περικοπή συγκεκριμένων δαπανών ύψους 10 δισ. ευρώ, τα spreads θα εκλογικευτούν ακαριαίως. Αν ο κ. Παπανδρέου επιμείνει στην εφαρμογή των μέτρων (και των μελλοντικών) μόνο με τη στήριξη της πλειοψηφίας που διαθέτει στη Βουλή, αργά ή γρήγορα θα οδηγηθεί σε αδιέξοδο.
Δημοσιεύτηκε στη Καθημερινή 07.03.2010