Skip to content

Σε Αναζήτηση Ελληνικού Μοντέλου Ανάπτυξης

παρέμβαση Στέφανου Μάνου

Ίδρυμα Μεσογειακών Μελετών

3 Δεκεμβρίου 2008

 

Στέκομαι δύσπιστος απέναντι στην έννοια μοντέλο. Διότι υποδηλώνει την υιοθέτηση ενός ήδη υφιστάμενου προτύπου.  Έστω με προσαρμογές στην αποκαλούμενη ελληνική πραγματικότητα. 

 

Επειδή δεν έχω, ή πάντως έχω χάσει την ικανότητα να προσαρμόζω την πραγματικότητα σε μια θεωρία θα περιοριστώ σε μερικές απλοϊκές παρατηρήσεις αφού πρώτα συστήσω σε όλους να διαβάσουν το συλλογικό τόμο του Ιδρύματος Μεσογειακών Μελετών. Στις σελίδες του θα βρείτε πολλές αξιοπρόσεκτες παρατηρήσεις που αναζητούν μια νέα σύνθεση, όχι για να εντοπιστεί το φευγαλέο ελληνικό μοντέλο ανάπτυξης, αλλά για να χαραχτεί μια νέα πολιτική που θα οδηγήσει την Ελλάδα σε ανάπτυξη διατηρήσιμη, αειφόρο, βιώσιμη, όπως θέλετε πέστε τη.

 

Ο ρυθμός ανάπτυξης της Ελλάδας τα τελευταία δέκα χρόνια υπήρξε αξιοσημείωτος. Παρά ταύτα ο ελληνικός λαός –σύμφωνα με όλες τις μετρήσεις της κοινής γνώμης- είναι απαισιόδοξος για το μέλλον.

 

Όλοι οι θεσμοί αμφισβητούνται. Ερωτηματικά υπάρχουν για τους πολιτικούς, τους δικαστές, τους κληρικούς, τους καθηγητές, τους γιατρούς.

 

Η ζωή στις μεγάλες πόλεις είναι για τους περισσότερους ανυπόφορη.

 

Η διαφθορά έχει μετατρέψει την Ελλάδα σε ένα απέραντο βόθρο.

 

Η δημόσια διοίκηση είναι σε διάλυση.

 

Το δημόσιο χρέος σε μόλις πέντε χρόνια εκτινάχτηκε κατά 90 δις ευρώ. Από 170 δις το Δεκέμβριο του 2003, σε 260 εφέτος.

 

Η ελληνική ανταγωνιστικότητα φθίνει συνεχώς όπως δείχνει το τεράστιο έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών.

 

Τι πρέπει να κάνουμε;

 

Νομίζω ότι το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να παραδεχτούμε -ποιοι να παραδεχτούμε; Εμείς η πολιτική τάξη- ότι την ανάπτυξη δεν θα την κάνουμε εμείς, αλλά ο ελληνικός λαός.

 

Μετά, θα πρέπει να έχουμε μια τίμια και ειλικρινή εξήγηση με τον ελληνικό λαό: Που είμαστε, και που θέλουμε να πάμε. Και τι πρέπει να κάνουμε για να πάμε εκεί που θέλουμε να πάμε. Και τι είναι και τι θα είναι το κόστος του να μείνουμε εκεί που είμαστε. 

 

Η Ελλάδα διαθέτει ένα πανίσχυρο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Το περιβάλλον, που αν αξιοποιηθεί σωστά, μπορεί να διατηρηθεί αναλλοίωτο στο χρόνο. Να είναι αειφόρο πλεονέκτημα. Τα πετρέλαια κάποτε θα τελειώσουν, το ίδιο και οι λιγνίτες. Το περιβάλλον θα μείνει, ο ήλιος θα μείνει, οι άνεμοι θα μείνουν.

 

Η σκέψη πηγαίνει στο τουρισμό, το real estate, στις εξειδικευμένες αγροτικές καλλιέργειες. Πηγαίνει στην ενέργεια που στηρίζεται στις δυνάμεις του περιβάλλοντος. Τον ήλιο, τους ανέμους και τη θάλασσα. Έχω, για παράδειγμα, υποστηρίξει πολλές φορές ότι αντί να κοκορευόμαστε για τους αγωγούς μεταφοράς ακριβών καυσίμων που δεν μας ανήκουν, καλά θα κάναμε να  κατασκευάζαμε τα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας που θα φτιάχναμε από τον αέρα και τον ήλιο.

 

Όλοι γνωρίζουμε ότι οι Κυκλάδες είναι ένα τεράστιο εργοστάσιο παραγωγής ανέμων. Όλοι γνωρίζουμε ότι οι Κυκλάδες είναι γεμάτες από ακατοίκητα νησιά που θα ήταν ιδεώδεις πλατφόρμες εγκατάστασης ανεμογεννητριών που θα αξιοποιούσαν τον αστείρευτο αέρα και θα μετέτρεπαν την Ελλάδα σε χώρα εξαγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Τι λείπει; το δίκτυο που θα διασυνδέσει τα νησιά αυτά με το εθνικό και διεθνές ηλεκτρικό δίκτυο.

 

Το περιβάλλον –με όλες του τις εκφράσεις- μπορεί να είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες για την ανάπτυξη της Ελλάδας.

 

Ο ρόλος του κράτους και η ευθύνη του σε ό,τι αφορά το περιβάλλον είναι εξαιρετικά σημαντικός. Η πολιτική για το περιβάλλον πρέπει να είναι συστατικό στοιχείο κάθε κυβερνητικής πολιτικής. Κοντά και παράλληλα με την πολιτική για το περιβάλλον πρέπει να διαμορφωθεί και εφαρμοστεί πολιτική γης που είναι άμεσα συνδεδεμένη με την πολιτική για το περιβάλλον. Σε ό,τι αφορά το περιβάλλον και τη γη ο ρυθμιστικός ρόλος του κράτους –αλλά όμως ενός καλού και τίμιου κράτους – πρέπει να ενισχυθεί. Να ενισχυθεί μάλιστα πολύ.

 

Πιστεύω ότι η Ελλάδα διαθέτει πολύ μεγάλες, κρυμμένες για  την ώρα, αναπτυξιακές δυνατότητες στην πολιτιστική της κληρονομιά. Κλασσική και Ελληνιστική, Βυζαντινή και Ορθόδοξο και σύγχρονη. Θεωρείστε τα στοιχεία της κληρονομιάς σαν πολύτιμα εμπορικά σήματα. Σήματα τρομακτικής διεισδυτικότητας. Το ζήτημα είναι να τα αξιοποιήσουμε προς όφελος της οικονομικής ανάπτυξης.

 

Η σκέψη μου πηγαίνει στη τέχνη, τα κοσμήματα, τα υφάσματα, τη μόδα, την εκπαίδευση, τον τουρισμό.

 

Έχω υποστηρίξει στο παρελθόν ότι αντί να χάνομε το χρόνο μας για το πώς θα ελέγξουμε γραφειοκρατικά τη λειτουργία ξένων κολλεγίων ή να επιδοτούμε θνησιγενείς βιομηχανικές επιχειρήσεις και τις τσέπες των μεσαζόντων, καλά θα κάναμε να ξοδέψουμε τα λεφτά μας για να προσελκύσουμε στην Ελλάδα  τα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου. Δεν μιλώ για γενικά κίνητρα, μιλώ για στοχευμένες επιλογές. Να απευθυνθούμε απ’ ευθείας και επισήμως π.χ. στο Harvard και να ρωτήσουμε τι θα χρειαζόταν για να εγκαταστήσει στην Ελλάδα ένα ευρωπαϊκό παράρτημα ανθρωπιστικών και κλασσικών σπουδών. Είμαι βέβαιος ότι θα μας κόστιζε λιγότερο απ ό,τι κόστισαν οι ανταλλαγές ακινήτων με τη μονή Βατοπεδίου.

 

Αναγκαστικά, όσα σας περιέγραψα δεν είναι παρά μια προσέγγιση, μια ένδειξη της κατεύθυνσης που θα ήθελα να ακολουθήσουμε. Πιστεύω ακράδαντα ότι η ανάπτυξη της Ελλάδας πρέπει να στηριχτεί σε τρεις πυλώνες. Στα τρία Π. Περιβάλλον, Πολιτισμός, Παιδεία.

 

Μαζί με αυτά πρέπει να φτιαχτούν και πολλά άλλα. Υποστηρικτικά. Διοίκηση που να δουλεύει και να υπηρετεί. Δικαιοσύνη που να λειτουργεί αξιόπιστα και γρήγορα. Κράτος δικαίου, στέρεοι θεσμοί αποτυπωμένοι σε νόμους που τηρούνται από όλους και πάντοτε. Και πολλά άλλα.

 

Πιστεύω ότι οι τρεις πυλώνες, τα τρία Π, συμβαδίζουν με την εικόνα που θέλουμε εμείς οι Έλληνες να έχουμε για τον εαυτό μας. Αυτή είναι η ταυτότητα μας. Αυτή πρέπει να είναι η σύγχρονη Ελλάδα του 21ου αιώνα. Αν μας δώσουν την ευκαιρία, αν μας δώσουν τα μέσα, στα 3 Π, θα αριστεύσουμε.

 

Αλλά, μπορεί η σημερινή πολιτική τάξη να πάψει να είναι προσανατολισμένη στον εαυτό της και στη συντήρηση των προνομίων της; Μπορεί να πάψει να είναι αδιάφορη  απέναντι στα πραγματικά προβλήματα των ανθρώπων; Φοβάμαι πως όχι. Το πολιτικό σύστημα –όπως εκπροσωπείται από τα δύο μεγάλα κόμματα- βρίσκεται κατά τη γνώμη μου σε παρακμή και δεν έχει να δώσει πια τίποτε στην Ελλάδα. 

 

Πρέπει λοιπόν – για την ανάπτυξη – να παρέμβουμε,  προκειμένου να δημιουργηθεί μια νέα πολιτική τάξη ικανή να δράσει. Μια πολιτική τάξη που θα αποβάλλει τα φλυαρήματα και θα τα αντικαταστήσει με δράσεις. Δράσεις σήμερα, όχι αύριο. Μια πολιτική τάξη που θα στηριχθεί σε παλαιές δοκιμασμένες αλήθειες, για να πείσει τη δύσπιστη κοινή γνώμη ότι υπάρχουν πολιτικές και κοινωνικές αξίες ευγενέστερες και υπέρτερες  από τις παροχές. Μια πολιτική τάξη που θα πάψει να βλέπει την πολιτική αποκλειστικά ως τρόπο κοινωνικής προβολής και ατομικού πλουτισμού.

Back To Top