Κύριε Πρόεδρε,
Την περασμένη Τετάρτη, 30 Μαΐου, παρακολουθήσατε όπως και εγώ την ανοικτή συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης του ΣΕΒ. Στις ομιλίες τους οι πρόεδροι του ΣΕΒ Οδυσσέας Κυριακόπουλος και Λευτέρης Αντωνακόπουλος επισήμα-ναν:
1. Δεν έχει γίνει τίποτα προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης και της ανάπτυξης των επιχειρήσεων, τονίζοντας ότι οι υ-πάρχουσες συνθήκες δεν ενθαρρύνουν τις επιχειρήσεις αλλά βάζουν φραγμούς στην ανάπτυξή τους.2. Η εικόνα που παρουσιάζεται σήμερα είναι μιας αποσπασματικής πολιτικής που εφαρμόζεται μέχρι σήμερα για το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας. Μάλιστα ο κ. Κυριακόπουλος τόνισε πως «ένα χρόνο μετά την ένταξη της χώρας μας στη ζώνη του ευρώ, η οικονομική πολιτική βρίσκεται σε αμηχανία και διολισθαίνει στη λογική του πολιτικού κό-στους».
3. Με ρυθμούς ανάπτυξης που υπερβαίνουν μόνο κατά 2% (εξαιρετικά αισιόδοξη με την ακολουθούμενη πολιτική ε-κτίμηση, όπως ορθώς επισημαίνει στο ΒΗΜΑ της Κυριακής ο κ. Ν. Νικολάου) τον μέσο όρο ανάπτυξης των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εφόσον μπορέσουμε μετά τους Ολυμπιακούς και το Γ’ ΚΠΣ να διατηρηθούν οι αριθμοί αυτοί, η πραγματική σύγκλιση θα πραγματοποιηθεί σε 20 χρόνια (με τα σημερινά δεδομένα θα απαιτηθούν 30 και πλέον χρό-νια).
4. Η κυβέρνηση δεν έχει πάρει σαφείς και τολμηρές πρωτοβουλίες ώστε να προχωρήσει με ταχύτερους ρυθμούς σε ριζι-κές αλλαγές.
5. Χρειάζεται αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος της χώρας για αναδιοργάνωση του κράτους και της Δημό-σιας Διοίκησης, αλλά και εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού συστήματος.
Ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης κ. Σημίτης, σε μια εκτός κειμένου αποστροφή του λόγου του, τόνισε ότι «δεν θα γίνουμε φορολογικός παράδεισος», απαντώντας έτσι στην παρατήρηση του προέδρου του ΣΕΒ Οδυσσέα Κυριακόπουλου, ότι η χώρα μας δεν έχει τους ρυθμούς ανάπτυξης της Ιρλανδίας. Ο Πρωθυπουργός μάλιστα τόνισε ότι είναι γνωστό πως η Ιρλανδία έχει δεχθεί παρατηρήσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη φορολογική πολιτική που ακολουθεί. Τις πα-ρατηρήσεις της ΕΕ ως προς την Ιρλανδία σχολίασε ως εξής ο Νομπελίστας Robert Mundell σε συνέντευξή του στο ΒΗΜΑ του Σαββάτου 17 Μαρτίου: «Νομίζω ότι η συγκεκριμένη σύσταση προς την Ιρλανδία θα υπονομεύσει το κύρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, γιατί ήταν λανθασμένη…η πρωτοβουλία της Ιρλανδίας να προχωρήσει σε σημαντικές πε-ρικοπές των φορολογικών συντελεστών ήταν ορθή».
Την Παρασκευή και το Σάββατο, 1 και 2 Ιουνίου, παρακολουθήσατε ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ την ειδική σύνοδο της Κ.Ε. κατά την οποία, σύμφωνα με δημοσιεύματα του τύπου, ο κ. Σημίτης έδωσε και νέα απάντη-ση στους βιομηχάνους τονίζοντας ότι από το 1981 μέχρι σήμερα οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ διέθεσαν πόρους για την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους διότι αυτή είναι η πολιτική της σοσιαλιστικής παράταξης και συνέχισε λέγοντας: «Μας εκφράζει η πολιτική της ανάπτυξης. Σοσιαλιστικές πολιτικές, χωρίς πόρους, δεν γίνονται. Σοσιαλιστικές πολιτι-κές, χωρίς οικονομική σταθερότητα και αύξηση του προϊόντος, δεν γίνονται. Σοσιαλιστικές πολιτικές, που οδηγούν στην ύφεση, στον πληθωρισμό, στο δανεισμό, είναι συντηρητικές πολιτικές. Ενισχύουν τους έχοντες και εξασθενούν τους μη έχοντες».
Και στις δύο ομιλίες του, ο κ. Σημίτης, δεν παρέλειψε να θυμίσει πόσο καλύτερα ήταν τα αποτελέσματα της οικονομικής πολιτικής που ακολούθησε σε σχέση με εκείνα των προηγουμένων κυβερνήσεων.
Φοβούμαι ότι αν όσα λεει ο κ. Σημίτης τα πιστεύει –και δεν έχω λόγο να αμφισβητώ την εντιμότητα του- τότε πρέπει να είναι βαθιά νυχτωμένος. Ευτυχώς πέραν των κυβερνητικών στατιστικών υπάρχουν και οι ευρωπαϊκές στατιστικές. Θε-ωρώ ότι η αναγνώριση της πραγματικότητας –η αναγνώριση της απλής αλήθειας- είναι το πρώτο ζητούμενο από τις ηγεσίες. Μόνον η αναγνώριση της πραγματικότητας –καλής ή κακής- διαμορφώνει τη στέρεη βάση για την επίλυση των όποιων προβλημάτων, είτε είναι το ασφαλιστικό, είτε η οικονομική πολιτική.
Η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat) έδωσε στη δημοσιότητα πριν λίγες ημέρες πίνακα με την εξέλιξη του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, σε Ισοδύναμη Αγοραστική Δύναμη, ως ποσοστού του μέσου ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Απομόνωσα την Ελλάδα και την Ιρλανδία στον παρακείμενο πίνακα. Ο πίνακας δείχνει την πορεία πραγματικής σύγκλισης της Ελλάδας σε σύγκριση με την πραγματική σύγκλιση (ξεπέρασμα) της Ιρλανδίας. Από την ανάγνωση των στοιχείων θα διαπιστώ-σετε ότι από το 1991 ως το 1994 κερδίσαμε 4,3 ποσοστιαίες μονάδες και από το 1994 ως το 2000, 3 ποσοστιαίες μονάδες. Η Ιρλανδία κέρδισε στη δεκαετία 41,6 ποσοστιαίες μονάδες και το 1997 ξεπέρασε τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρά τους πράγματι υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης των τελευταίων ετών, η Ελλάδα συγκλίνει με ρυθμό μικρό-τερο του 1% ετησίως. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι συγκλίνει βραδύτερα το δεύτερο ήμισυ της τελευταίας δεκαετίας (πρωθυπουργία Σημίτη) από ότι το πρώτο. Σύμφωνα με τη δική μου λογική, η πραγματικότητα δεν δικαιολογεί την αποστροφή του κ. Σημίτη ότι «η Ελλάδα δεν θα γίνει Ιρλανδία». Η πραγματικότητα αντιθέτως επιβάλλει να αναζητη-θούν τα αίτια της εκπληκτικής ανάπτυξης της Ιρλανδίας και ενδεχομένως την υιοθέτηση από την ελληνική κυβέρνηση των πολιτικών εκείνων που έφεραν αυτά τα εξαιρετικά αποτελέσματα.
Τι έκανε η Ιρλανδία και δεν κάναμε εμείς; Έριξε το βάρος της και τα χρήματα των διαρθρωτικών ταμείων στην παιδεία, στη διευκόλυνση της επιχειρηματικής δράσης (κυρίως με τη βαθιά μείωση της φορολογίας και την ριζική απλοποίηση των διαδικασιών δημιουργίας νέων επιχειρήσεων) και προχώρησε αδίστακτα σε διαρθρωτικές αλλαγές που άνοιξαν τις κάθε είδους αγορές στις δυνάμεις της αγοράς. Εμείς, όπως γνωρίζετε, ξοδέψαμε και εξακολουθούμε να ξοδεύουμε τα περισσότερα χρήματα των διαρθρωτικών ταμείων σε εργολαβίες του δημοσίου (ΥΠΕΧΩΔΕ, ΟΣΕ, Ολυμπιάδα, κ.λπ.) και συνεχώς αναβάλλουμε τις διαρθρωτικές αλλαγές.
Πρόσεξα την έμφαση που έδωσε ο κ. Σημίτης στις δύο ομιλίες του στο κοινωνικό κράτος. Είπε ο κ. Σημίτης στην Κ.Ε. του ΠΑΣΟΚ: «Η νέα εθνική στρατηγική αναγνωρίζει ότι οι κατακτήσεις μας αποτελούν τις ισχυρές βάσεις, τα απαραί-τητα μέσα για την υλοποίηση των στόχων του ελληνικού λαού: (α) Να ολοκληρώσουμε όλες τις διαρθρωτικές αλλαγές και τις αναγκαίες εκσυγχρονιστικές τομές, ώστε να συγκλίνουμε σε όλους τους τομείς προς τα αντίστοιχα επίπεδα των ανεπτυγμένων κοινωνιών της Ένωσης. (β) Να διαμορφώσουμε μια νέα πραγματικότητα ανάπτυξης και ευημερίας για όλους, θεμελιώνοντας συγχρόνως ένα νέο κοινωνικό κράτος». Όπως έγραψα και παραπάνω αν όσα λεει ο κ. Σημίτης τα πιστεύει, τότε πρέπει να είναι βαθιά νυχτωμένος, διότι η πραγματικότητα δείχνει ότι η πολιτική που ακολουθεί έχει τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Ο παρακείμενος πίνακας βασίζεται και αυτός σε δημοσιευμένα στοιχεία της Eurostat και δείχνει την εξέλιξη της ανεργίας στην Ελλάδα και την Ιρλανδία. Αξιοσημείωτο είναι, νομίζω, το γεγο-νός ότι μέχρι το 1993 η εξέλιξη στις δύο χώρες παραλληλιζόταν, ενώ μετά το 1993, η ανεργία πέφτει στην Ιρλανδία και εξακολουθεί να μεγαλώνει στην Ελλάδα, παρά τους μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης που μνημονεύει ο κ. Σημίτης. Τα στοιχεία για την ανεργία δείχνουν και αυτά ότι η Ιρλανδία έκανε κάτι πιο σωστά από εμάς. Μήπως λοιπόν θα ήταν ορ-θότερο αν, αντί να οργίζεται ο κ. Σημίτης και μερικοί υπουργοί του με την πραγματικότητα, υιοθετούσαν τις πολιτικές εκείνες που περιόρισαν την ανεργία;
Ο τρίτος πίνακας που παραθέτω (που και αυτός βασίζεται σε δημοσιευμένα στοιχεία της Eurostat) είναι ίσως ο πιο απογοητευτικός. Η ανεργία των νέων έχει ξεπεράσει το 30% στην Ελλάδα ενώ στην Ιρλανδία έχει περιοριστεί στο 8%. Είναι αυτά τα αποτελέσματα συμβατά με τις εξαγγελίες του κ. Σημίτη για «κοινωνικό κράτος»; Και πάλι θεωρώ αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ενώ μέχρι το 1993, η Ελλάδα και η Ιρλανδία παραλληλιζόντουσαν, από το 1993 αρχίζει η μεγάλη απόκλιση. Ο τελευταίος πίνακας, ιδίως, δείχνει την στενή σχέση Παιδείας και Επιχειρηματικής Πολιτικής. Η σοβαρή αναμόρφωση της παιδείας στην Ιρλανδία κατέστησε τους Ιρλανδούς απασχολήσιμους (μια παληά φράση του κ. Σημίτη μετά από μια Σύνοδο Κορυφής που γρήγορα ξεχάστηκε, ακόμη και από τον ίδιο), ενώ οι ελληνικοί πειραματισμοί επέτυχαν το αντίθετο.
Όπως έγραψα και παραπάνω, προϋπόθεση για τη λήψη σωστών αποφάσεων, είναι η σωστή διάγνωση που ξεκινά από την καταγραφή της πραγματικότητας. Η πραγματικότητα, όπως διαγράφεται από αδιάψευστους αριθμούς, είναι ότι η Ελλάδα σε σύγκριση με την Ιρλανδία, μετά το 1993, έχει μπει σε τροχιά μεγάλης απόκλισης. Η Ιρλανδία με τις πολιτικές που ακολούθησε δεν πέτυχε μόνο την πραγματική σύγκλιση, πέτυχε να ξεπεράσει κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, πέτυχε να ελαχιστοποιήσει την ανεργία (από 15,6% το 1993, σε 5,7% το 1999), πέτυχε να περιορίσει την ανεργία των νέων (από 25,3% το 1993, σε 8,3% το 1999). Με αυτά τα δεδομένα, είναι για μένα ανεξήγητο ότι ο κ. Σημίτης δεν θέλει να γίνει η Ελλάδα σαν την Ιρλανδία.
Με την ευκαιρία θέλω να επισημάνω δύο ακόμη στοιχεία για την Ιρλανδία:
• η πολιτική που ακολουθήθηκε δεν έσπρωξε τους Ιρλανδούς στο τζόγο του χρηματιστηρίου.
• το αναλογιστικό έλλειμμα του ιρλανδικού ασφαλιστικού συστήματος είναι μόλις 18% του ΑΕΠ, ενώ το αντίστοιχο έλλειμμα στην Ελλάδα είναι 280% (σύμφωνα με τα κυβερνητικά στοιχεία, μεγαλύτερο σύμφωνα με τα στοιχεία της ΓΣΕΕ).
Οι Ιρλανδοί ούτε έχασαν τα λεφτά τους στο χρηματιστήριο, ούτε κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς συντάξεις.
Όπως γνωρίζετε οι Φιλελεύθεροι είναι το μόνο κόμμα που με επανειλλημένες παρεμβάσεις του ζήτησε και εξακολουθεί να ζητεί τη ριζική αλλαγή της ακολουθούμενης πολιτικής με στόχο τη γρήγορη ανάπτυξη, την πραγματική εξυπηρέτηση κοινωνικών στόχων (εργασία, εξασφαλισμένες συντάξεις), σωστή και χρήσιμη παιδεία. Στοιχεία μιας τέτοιας πολιτικής είναι:
• η διευκόλυνση της επιχειρηματικής δράσης (εκεί δημιουργούνται οι θέσεις εργασίας όπως έδειξε η Ιρλανδία) με κατακόρυφη μείωση της επιχειρηματικής φορολογίας (που σήμερα είναι η ψηλότερη στην Ευρώπη!).
• η σταδιακή εισαγωγή του κεφαλαιοποιητικού ασφαλιστικού συστήματος (που εξασφαλίζει καλύτερες και σίγουρες συντάξεις). Έχετε ήδη στα χέρια σας την πλήρη και λεπτομερή πρόταση μας που όπως γνωρίζετε θα αποτιμηθεί από του βρετανούς αναλογιστές της κυβέρνησης.
• η απελευθέρωση της παιδείας από τον κρατικό ζουρλομανδύα.
• η απελευθέρωση των αγορών, η αύξηση των επιλογών και η ενίσχυση του ανταγωνισμού σε όλες τις εκφράσεις της κοινωνικής ζωής.
Επειδή το “διαφορετικό” και κάθε σύγκριση που ταράζει κατεστημένες αντιλήψεις δύσκολα δημοσιοποιείται και γίνεται γνωστό, θέλω να σας παρακαλέσω να στείλετε τόσο την επιστολή μου αυτή, όσο και τις προτάσεις μας για το ασφαλιστικό στις ομοσπονδίες και τα σωματεία που συναπαρτίζουν το Εργατικό Κίνημα προκειμένου να γνωρίζουν οι εργαζόμενοι ότι υπάρχουν στα πλαίσια της ΟΝΕ και της Ενωμένης Ευρώπης πολιτικές πολύ φιλικότερες και αποτελεσματικότερες για τους εργαζόμενους από εκείνες που ακολουθεί η κυβέρνηση.
Εμείς με την σειρά μας θα δώσουμε στη δημοσιότητα την επιστολή αυτή ελπίζοντας ότι η κυβέρνηση θα θελήσει να εγκαταλείψει την ανούσια συνθηματολογία και να συζητήσει τις αναγκαίες βαθιές αλλαγές της εσφαλμένης πολιτικής που ακολουθεί.
Θέλω να γνωρίζετε ότι οι Φιλελεύθεροι είναι έτοιμοι να συζητήσουν οποτεδήποτε με τη ΓΣΕΕ κάθε πτυχή των αλλαγών της πολιτικής που απαιτούνται για να μπορέσουν και οι Έλληνες εργαζόμενοι να απολαύσουν τα αγαθά που απολαμβάνουν ήδη οι Ιρλανδοί συνάδελφοι τους.
Με εκτίμηση,
Στέφανος Μάνος
Πρόεδρος των Φιλελευθέρων